Ξενοφώντος «Ελληνικά» 50-56 Μετάφραση
50-52 O Θηραμένης, αφού είπε αυτά, σταμάτησε (να μιλάει) και η βουλή φανερά επιδοκίμασε με φωνές, επειδή ο Κριτίας κατάλαβε ότι, αν επιτρέψει στη βουλή να αποφασίσει με ψηφοφορία γι΄ αυτόν, (ο Θηραμένης) θα γλυτώσει, και επειδή αυτό το θεώρησε ανυπόφορο, αφού πλησίασε και συζήτησε κάτι με τους Τριάκοντα, βγήκε έξω και διέταξε αυτούς που είχαν τα μαχαίρια να σταθούν φανερά στη βουλή κοντά στα κιγκλιδώματα.
Όταν πάλι μπήκε μέσα, είπε: « Εγώ, κύριοι βουλευτές, νομίζω ότι είναι έργο του ηγέτη τέτοιου, όπως πρέπει να είναι, ο οποίος, εφόσον βλέπει τους φίλους του να εξαπατώνται, να μην το επιτρέπει. Και εγώ λοιπόν αυτό θα κάνω. Διότι και αυτοί που στέκονται εδώ λένε ότι δεν θα επιτρέψουν σε σας, αν αφήσουμε ελεύθερο άνδρα που φανερά βλάπτει την ολιγαρχία. Ορίζεται λοιπόν στους καινούργιους νόμους κανείς από όσους που ανήκουν στους τρεις χιλιάδες πολίτες να μην θανατώνεται χωρίς τη δική σας απόφαση, όσοι όμως δεν είναι στον κατάλογο, οι Τριάκοντα έχουν δικαίωμα να τους θανατώνουν. Εγώ λοιπόν, αυτόν εδώ τον Θηραμένη τον διαγράφω από τον κατάλογο με την σύμφωνη γνώμη όλων μας. Και αυτόν, είπε, εμείς θα τον θανατώσουμε.
53 Μόλις άκουσε αυτά ο Θηραμένης, πήδησε πάνω στην εστία και είπε: «Εγώ, είπε, άνδρες, σας ικετεύω σε ότι πιο δίκαιο υπάρχει, να μην έχει δικαίωμα ο Κριτίας να διαγράφει ούτε εμένα ούτε όποιον από εσάς θέλει, αλλά σύμφωνα με τον νόμο τον οποίο αυτοί έγραψαν σχετικά με αυτούς που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, και εγώ και εσείς να κρινόμαστε.
Και αυτό βέβαια, είπε, μα τους θεούς δεν το αγνοώ, ότι σε τίποτα δεν θα με βοηθήσει αυτός εδώ ο βωμός, αλλά θέλω και αυτό να αποδείξω, ότι αυτοί δεν είναι μόνο προς στους ανθρώπους πάρα πολύ άδικοι αλλά και προς τους θεούς πολύ ασεβείς. Απορώ, όμως με σας, άνδρες καλοί και έντιμοι, αν δεν βοηθήσετε τον εαυτό σας , αν και γνωρίζετε ότι το δικό μου όνομα δεν διαγράφεται καθόλου πιο εύκολα από το όνομα καθενός από σας».
Μετά από αυτό ο κήρυκας των Τριάκοντα κάλεσε τους Έντεκα να συλλάβουν τον Θηραμένη˙ εκείνοι αφού μπήκαν μέσα μαζί με τους υπηρέτες, των οποίων ήταν αρχηγός ο Σάτυρος που ήταν θρασύτατος και αναιδέστατος, είπε ο Κριτίας: «Σας παραδίδουμε, είπε, τούτον εδώ τον Θηραμένη καταδικασμένο σύμφωνα με τον νόμο˙ εσείς αφού τον συλλάβετε και τον οδηγήσετε [οι ένδεκα] όπου πρέπει να εκτελέσετε τα περαιτέρω».
54-56 Όταν είπε αυτά, τον τραβούσε από τον βωμό, τον τραβούσαν και οι υπηρέτες. Ο Θηραμένης, όπως ήταν φυσικό, παρακαλούσε και τους θεούς και τους ανθρώπους να βλέπουν αυτά που συμβαίνουν. Οι βουλευτές παρέμεναν αδρανείς, επειδή έβλεπαν και αυτούς που στέκονταν στα κιγκλιδώματα να είναι όμοιοι με τον Σάτυρο και μπροστινό μέρος του Βουλευτηρίου να είναι γεμάτο από τους φρουρούς, και επειδή δεν αγνοούσαν ότι βρίσκονταν εκεί καρατώντας μαχαίρια.
Αυτοί έσυραν τον άνδρα μέσα από την αγορά φωνάζοντας με πάρα πολύ δυνατή φωνή τι πάθαινε. Λέγεται ακόμη και ένας λόγος και αυτός δικός του. Όταν είπε ο Σάτυρος ότι θα κλάψει, αν δεν σιωπάσει, τον ρώτησε: αν σιωπώ, άραγε δεν θα κλάψω; Και όταν έπινε το κώνειο, καθώς αναγκαζόταν να πεθάνει, είπαν ότι αφού τις τελευταίες σταγόνες τις έριξε κάτω, όπως στον κότταβο, είπε αυτός: Αυτό ας είναι για τον όμορφο Κριτία. Και δεν αγνοώ βέβαια ότι αυτά δεν είναι αξιόλογα λόγια, θεωρώ όμως αυτό το γνώρισμα του άνδρα θαυμαστό, το ότι την ώρα που ο θάνατος πλησίαζε δεν τον εγκατέλειψαν η αυτοκυριαρχία και η ετοιμότητα του πνεύματος.
Όταν πάλι μπήκε μέσα, είπε: « Εγώ, κύριοι βουλευτές, νομίζω ότι είναι έργο του ηγέτη τέτοιου, όπως πρέπει να είναι, ο οποίος, εφόσον βλέπει τους φίλους του να εξαπατώνται, να μην το επιτρέπει. Και εγώ λοιπόν αυτό θα κάνω. Διότι και αυτοί που στέκονται εδώ λένε ότι δεν θα επιτρέψουν σε σας, αν αφήσουμε ελεύθερο άνδρα που φανερά βλάπτει την ολιγαρχία. Ορίζεται λοιπόν στους καινούργιους νόμους κανείς από όσους που ανήκουν στους τρεις χιλιάδες πολίτες να μην θανατώνεται χωρίς τη δική σας απόφαση, όσοι όμως δεν είναι στον κατάλογο, οι Τριάκοντα έχουν δικαίωμα να τους θανατώνουν. Εγώ λοιπόν, αυτόν εδώ τον Θηραμένη τον διαγράφω από τον κατάλογο με την σύμφωνη γνώμη όλων μας. Και αυτόν, είπε, εμείς θα τον θανατώσουμε.
53 Μόλις άκουσε αυτά ο Θηραμένης, πήδησε πάνω στην εστία και είπε: «Εγώ, είπε, άνδρες, σας ικετεύω σε ότι πιο δίκαιο υπάρχει, να μην έχει δικαίωμα ο Κριτίας να διαγράφει ούτε εμένα ούτε όποιον από εσάς θέλει, αλλά σύμφωνα με τον νόμο τον οποίο αυτοί έγραψαν σχετικά με αυτούς που περιλαμβάνονται στον κατάλογο, και εγώ και εσείς να κρινόμαστε.
Και αυτό βέβαια, είπε, μα τους θεούς δεν το αγνοώ, ότι σε τίποτα δεν θα με βοηθήσει αυτός εδώ ο βωμός, αλλά θέλω και αυτό να αποδείξω, ότι αυτοί δεν είναι μόνο προς στους ανθρώπους πάρα πολύ άδικοι αλλά και προς τους θεούς πολύ ασεβείς. Απορώ, όμως με σας, άνδρες καλοί και έντιμοι, αν δεν βοηθήσετε τον εαυτό σας , αν και γνωρίζετε ότι το δικό μου όνομα δεν διαγράφεται καθόλου πιο εύκολα από το όνομα καθενός από σας».
Μετά από αυτό ο κήρυκας των Τριάκοντα κάλεσε τους Έντεκα να συλλάβουν τον Θηραμένη˙ εκείνοι αφού μπήκαν μέσα μαζί με τους υπηρέτες, των οποίων ήταν αρχηγός ο Σάτυρος που ήταν θρασύτατος και αναιδέστατος, είπε ο Κριτίας: «Σας παραδίδουμε, είπε, τούτον εδώ τον Θηραμένη καταδικασμένο σύμφωνα με τον νόμο˙ εσείς αφού τον συλλάβετε και τον οδηγήσετε [οι ένδεκα] όπου πρέπει να εκτελέσετε τα περαιτέρω».
54-56 Όταν είπε αυτά, τον τραβούσε από τον βωμό, τον τραβούσαν και οι υπηρέτες. Ο Θηραμένης, όπως ήταν φυσικό, παρακαλούσε και τους θεούς και τους ανθρώπους να βλέπουν αυτά που συμβαίνουν. Οι βουλευτές παρέμεναν αδρανείς, επειδή έβλεπαν και αυτούς που στέκονταν στα κιγκλιδώματα να είναι όμοιοι με τον Σάτυρο και μπροστινό μέρος του Βουλευτηρίου να είναι γεμάτο από τους φρουρούς, και επειδή δεν αγνοούσαν ότι βρίσκονταν εκεί καρατώντας μαχαίρια.
Αυτοί έσυραν τον άνδρα μέσα από την αγορά φωνάζοντας με πάρα πολύ δυνατή φωνή τι πάθαινε. Λέγεται ακόμη και ένας λόγος και αυτός δικός του. Όταν είπε ο Σάτυρος ότι θα κλάψει, αν δεν σιωπάσει, τον ρώτησε: αν σιωπώ, άραγε δεν θα κλάψω; Και όταν έπινε το κώνειο, καθώς αναγκαζόταν να πεθάνει, είπαν ότι αφού τις τελευταίες σταγόνες τις έριξε κάτω, όπως στον κότταβο, είπε αυτός: Αυτό ας είναι για τον όμορφο Κριτία. Και δεν αγνοώ βέβαια ότι αυτά δεν είναι αξιόλογα λόγια, θεωρώ όμως αυτό το γνώρισμα του άνδρα θαυμαστό, το ότι την ώρα που ο θάνατος πλησίαζε δεν τον εγκατέλειψαν η αυτοκυριαρχία και η ετοιμότητα του πνεύματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου